- ἐρυσίπτολις
- ἐρυσί-πτολις (ἐρύω): city-rescuing, city - protecting, epith. of Athēna, Il. 6.305†.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
ερυσίπτολις — ἐρυσίπτολις, ὁ, ἡ (AM) ο προστάτης τής πόλης αρχ. επίθ. τής Αθηνάς («Ἀθηναίη ἐρυσίπτολι», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ερύω (II) + πτόλις, επικ. χ. αντί πόλις] … Dictionary of Greek
ἐρυσίπτολις — protecting the city nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυσίπτολι — ἐρυσίπτολις protecting the city voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυσίπτολιν — ἐρυσίπτολις protecting the city acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Atenea — Saltar a navegación, búsqueda Atenea Partenos. Mármol griego firmado ANTIOCHOS, copia del siglo I del original de Fidias del siglo V que se erigió en la Acrópolis. En la mitología griega, Atenea o Atena (en ático … Wikipedia Español
πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… … Dictionary of Greek